Saturday, March 31, 2012

Παντελή Μάικο: Αλβανία και Ελλάδα quo vadis? (greek and albanian version)

Ο εορτασμός των 100 χρόνων από την ίδρυση του ανεξάρτητου κράτους της Αλβανίας, βρίσκει τις πολιτικές σχέσεις της Ελλάδας με την γείτονά μας σε ακινη

σ

ία και, τολμώ να ισχυριστώ, αποτελμάτωση. Χαρακτηρίζονται από στατικότητα και έλλειψη θετικής ενέργειας. Οι πολιτικές επαφές μεταξύ των δύο χωρών, είναι περιορισμένες. Γίνονται συνήθως στο περιθώριο κάποιας διεθνούς συνάντησης. Ουδέποτε στο παρελθόν, με εξαίρεση το “πέτρινο” διάστημα των είκοσι μηνών, Ιουλίου 1993 - Μαρτίου 1995, είχαμε τέτοια έλλειψη επαφών, επισκέψεων, δομημένου διαλόγου και διμερών διαβουλεύσεων σε πολιτικό επίπεδο…»

Αυτή είναι η εισαγωγική διαπίστωση ενός δημοσιεύματος του Αλέξανδρου Μαλλιά, Έλληνα πρέσβη στην Ουάσιγκτον και εκ των επαγγελματιών διπλωματών των σχέσεων μεταξύ Αλβανίας και Ελλάδας. Ο κ. Μαλλιάς δημοσίευσε ένα αναλυτικό άρθρο για το τι μέλλει γενέσθαι στις σχέσεις αυτές, οι οποίες είναι από τις παλαιότερες στην περιοχή των Βαλκανίων. Το δημοσίευμα αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα «ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ», αλλά προσωπικά το διάβασα στον αλβανικό τύπο.

Είναι το πρώτο αποκλειστικό δημοσίευμά μου σε ελληνικό ΜΜΕ, ωστόσο θεωρώ ότι συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι να το πράξω, δεδομένων και των βαρυσήμαντων διακυβευμάτων που πρεσβεύει ο κ. Μαλλιάς. Ο λόγος του πρέπει να εκληφθεί ως κώδωνας προβληματισμού και να αξιολογηθεί με τη δέουσα σοβαρότητα. Επί του παρόντος, οι αλβανοελληνικές σχέσεις βρίσκονται σε «νεκρό σημείο» και το μόνο που καταφέρνει το στάτους κβο της στασιμότητας, ή της αμοιβαίας τήρησης αποστάσεων, είναι να τις δυσχεραίνει περαιτέρω. Τι συμβαίνει λοιπόν μεταξύ της Ελλάδας και της Αλβανίας;

Στην Ελλάδα, προσωπικά, με γνωρίζουν ως τέως Πρωθυπουργό και Υπουργό Αμύνης. Θέλω να πιστεύω, ωστόσο, ότι με ενθυμούνται και για κάτι άλλο, πολύ πιο οικείο και ανθρώπινο: για το γεγονός ότι οι Έλληνες γιατροί διέσωσαν τη ζωή της νεογέννητης κόρης μου. Τώρα η κόρη μου είναι αισίως δεκατριών ετών και το βαπτιστικό της όνομα, ύστερα και από δική μου επιμονή, είναι το όνομα της γιαγιάς μου και συνάμα το όνομα της Θεάς της πόλης που της έσωσε τη ζωή: Αθηνά.

Το συμβάν που μόλις σας εξιστόρησα, ανάγεται σε εκείνες τις καθημερινές ιστορίες μεταξύ Αλβανών και Ελλήνων, οι οποίες, χωρίς να θέλω να λαϊκίζω, αποτελούν την πραγματική βάση της αμφοτεροβαρούς φιλίας μεταξύ των δύο εθνών μας. Οι Αλβανοί και οι Έλληνες πολιτικοί, στις μεταξύ τους επαφές, τήρησαν πολλούς και διαφορετικούς τρόπους συμπεριφοράς, με πολλά προσωπεία και με βαθμονομημένες δηλώσεις, οι οποίες αναντιρρήτως εκφέρονταν κατόπιν διπλού φιλτραρίσματος από τις αντίστοιχες διπλωματικές υπηρεσίες, ή ακόμη ήταν και παραφορτωμένες με υπερβολές που θα χαρακτήριζαν τις σχέσεις με κάποιο ασήμαντο κράτος.

Το δημοσίευμα του πρέσβη Μαλλιά αναδεικνύει μεγάλες αλήθειες, οι οποίες, ακόμη και ως ερωτήσεις, αποτελούν μέρος της σημερινής λογικής που διέπει τις αλβανοελληνικές σχέσεις. Κυρίαρχη θέση στην κατάταξη των σημερινών προβλημάτων, καταλαμβάνει η συμφωνία της

οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας και των Θαλασσίων Ζωνών μεταξύ των δυο χωρών, την οποία απέρριψε (ομοφώνως) ως αντισυνταγματική το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας. Η εντός της παρενθέσεως έκφραση, ενέχει ισχυρούς υπαινιγμούς, οι οποίοι δεν χρήζουν περαιτέρω διευκρινίσεως, ειδικά για την ελληνική ευφυΐα.

Αφ’ ετέρου, η μη αναγνώριση του κράτους του Κοσσυφοπεδίου από την Ελλάδα, αποτελεί επί του παρόντος το πιο ισχυρό τεκμήριο για οιονδήποτε, στις περιοχές όπου διαβιούν Αλβανοί, επιθυμεί να εγείρει ερωτηματικά και να εκφράσει καχυποψίες για τον τρόπο με τον οποίο η ελληνική πολιτική χειρίζεται τις σχέσεις με τον αλβανικό παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή. Μπορούμε να συνεχίσουμε με τις θεωρίες της συνομωσίας, οι οποίες ανάγονται στη ίδρυση της Γιουγκοσλαβίας και στην περίφημη «συμμαχία Βελιγραδίου - Αθηνών», ισχυρισμοί επινοητικού, στην ουσία, χαρακτήρα. Εάν θα επιθυμούσατε την άποψή μου, θα έλεγα χωρίς περιστροφές ότι η ελληνική κωλυσιεργία στη λήψη αποφάσεων αναφορικά με την υπόθεση της αναγνώρισης του κράτους του Κοσσυφοπεδίου, συντέλεσε στο να καθίσταται η σερβική πολιτική όλο και πιο παρούσα και ελεγκτική στις σχέσεις της με τους Αλβανούς. Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να παραλείψουμε παράγοντες όπως η Κροατία, οι οποίοι επωφελούνται από το κενό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας στην περιοχή. Δεν θα ήταν πρέπον να επισημάνω ότι η γερμανική αρωγή δεν θα ήταν ουδόλως φειδωλή προς τους Κροάτες στην παρούσα φάση. Πιστεύω ότι οι ψύχραιμοι Έλληνες αναλυτές, δεν θα τσιγκουνευτούν επισημάνσεις του τύπου «ο Παντελή έχει κάποιο δίκιο»… Συγχρόνως, η Τουρκία «επελαύνει» στην περιοχή και μάλιστα, και ως οικονομικός παράγοντας. Τα σχόλια περιττεύουν και επί του προκειμένου επιφυλάσσομαι να επανέλθω κάποια άλλη φορά.

Ο πρέσβης κ. Μαλλιάς, εκφράζει μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για στενότερες σχέσεις της Ελλάδας με τον αλβανικό παράγοντα της πΓΔ της Μακεδονίας. Φοβάμαι όμως ότι ακριβώς στο συγκεκριμένο σημείο πρέπει να επιδείξουμε προσοχή. Στους Αλβανούς, όπως και στους Έλληνες άλλωστε, προκαλεί αποστροφή ο ρόλος του «χρησιμοποιούμενου».

Κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου έως το 1999, ο αλβανικός παράγοντας, δικαίως ή αδίκως, μπορούσε να αντιμετωπισθεί ως δευτερεύων και περιφερειακής σημασίας, πάνω στον οποίο έπρεπε να ασκηθεί πίεση προκειμένου να χαλιναγωγηθεί και να τηρηθεί υπό έλεγχο, ή να υποκινηθούν φιλοδοξίες αμφιλεγόμενων και αδαών μέχρι τότε Αλβανών πολιτικών να αποτελέσουν σοβαρούς παίκτες. Οι καιροί άλλαξαν περισσότερο από ό,τι άλλαξαν οι Αλβανοί και οι Έλληνες πολιτικοί της περιοχής. Το ερώτημα που τίθεται στο πλαίσιο αυτό, είναι: Αποτελούν τα Σκόπια σήμερα και σε προοπτική χιλιετίας, σοβαρό πρόβλημα για το μέλλον της Ελλάδας, ή είναι το ορεκτικό, το οποίο, εμείς οι βαλκάνιοι πολιτικοί αρεσκόμαστε να γευόμαστε σιωπηλά, καθώς μάλιστα… «το μίσος στηρίζει τον τοπικισμό και αφανίζει την αγάπη για το γείτονα»… Η διπλωματική μου απάντηση είναι: ΔΕΝ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΩ! Αυτό που με βεβαιότητα όμως γνωρίζω είναι ότι εγώ, ο γιος μου, ο εγγονός μου, ο δισέγγονός μου και πολλοί Αλβανοί σήμερα και εις το διηνεκές, αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι ένα κράτος δύο εθνοτήτων (binational) με πρωτεύουσα τα Σκόπια, θα συνιστούσε απειλή για την εθνική κυριαρχία της φίλης και γείτονος Ελλάδας. Δεν κάνω χρήση της λέξης «φίλη» ως «διπλωματικό» τρικ ή ως υπεκφυγή. Οι Έλληνες και οι πολιτικοί τους θα πρέπει να γνωρίζουν στο πλευρό τίνος θα σταθούν οι Αλβανοί σε περίπτωση μιας υποθετικής σύρραξης, εφάμιλλης μιας χολιγουντιανής φαντασίας. ΟΜΩΣ... συμφωνώ για την ύπαρξη τέτοιων σεναρίων συνομωσιολογίας. Μια συμμαχία άσκησης πίεσης είναι δυνατόν να συγκροτηθεί ως αντίβαρο στο «μακεδονικό ζήτημα», θεωρώντας την πΓΔ της Μακεδονίας σαν θύμα. Μπορεί να πλασαριστεί στην Ελλάδα έτσι, ώστε να προκληθούν δυσάρεστες και περίπλοκες καταστάσεις, οι οποίες θα την εκτόπιζαν από τη σημερινή γεωπολιτική της θέση, περιθωριοποιώντας την και αποσπώντας την από το συμφυή της ρόλο στην περιοχή.

Και ενώ διατύπωνα τις σκέψεις του δημοσιεύματος αυτού, μου δόθηκε η ευκαιρία να διαβάσω ένα άλλο δημοσίευμα (εισήγηση στη Βιέννη στις 15 Μαρτίου, σε συνάντηση που είχε διοργανώσει η Πρεσβεία της Μεγάλης Βρετανίας και η Διπλωματική Ακαδημία), όπου ο πρέσβης κ. Μαλλιάς εξέφρασε την άποψη ότι «το Κοσσυφοπέδιο είναι ο γείτονάς μας (δηλ. της Ελλάδας), ο πιο πρόσφατος γείτονας…» Τι είναι τούτο;! Ίσως εγώ έχω μια ασαφή αντίληψη περί του ποιος είναι «γείτονας». Γνωρίζω ότι μεταξύ της Ελλάδας και του Κοσσυφοπέδιο υφίσταται ένα κράτος με πρωτεύουσα τα Σκόπια, όπου λειτουργεί και ελληνική πρεσβεία και το οποίο είναι μέλος την Ηνωμένων Εθνών. Και δεν είμαι διόλου είρων! Ο εσωτερικός μου προβληματισμός - και ίσως όχι δημόσιος - είναι εάν αυτό συνιστά παρεξήγηση ή «αντίτιμο»;!

Οι υπαινιγμοί πρέπει να εκληφθούν σαν ένα σταυροδρόμι, όχι μόνο για την περιφερειακή πολιτική της Ελλάδας. Με τους Αλβανούς δεν πρέπει να μιλάς στη γλώσσα των Σειρήνων. Η ασάφεια είναι σημάδι της συλλογικής βαλκανικής μας αδυναμίας.

Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας αναδεικνύει ένα σημαντικό στοιχείο της αναφορικά με την εξωτερική της πολιτική έναντι της Αλβανίας. Η «μακεδονοποίηση» της ελληνικής διπλωματίας, την οποία προσωπικά θα χαρακτήριζα ως τεχνητή, για να συνιστά μια επιβεβαιωτική αξία της αποστολής της, δεν μπορεί να αποτελεί τη μονάδα μέτρησης στην προσέγγιση των αλβανοελληνικών σχέσεων. Στην περιοχή μας, με την υποκίνηση των «διπλωματικών κατηχήσεων», δημιουργούνται πρότυπα που οδηγούν στο πουθενά τα κράτη και τις μεταξύ τους σχέσεις και διευκολύνουν τρίτους παίκτες να αναπληρώσουν τα όποια κενά δημιουργούνται. Το σκηνικό, μιλάει από μόνο του. Η Σερβία εμποδίζει το Κοσσυφοπέδιο, η Ελλάδα εμποδίζει την πΓΔ της Μακεδονίας, η Ρουμανία εγείρει θέμα «δικαιωμάτων» για τους Βλάχους της Σερβίας, η

Ουγγαρία για τους δικούς της στη Βοϊβοντίνα της Σερβίας. Η Βοσνία διαιρεμένη σε εθνικά συμφέροντα και… η Ιστορία μοιάζει σαν να ακολουθεί τροχιά οπισθοδρόμησης. Οι διπλωμάτες δεν πρέπει να αναζητούν στην Ιστορία τον «ερμηνευτή» των σημερινών προβλημάτων, αλλά να προνοούν έτσι, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.

Με λύπη μου θα επισημάνω ότι στις απόψεις του κυρίου Μαλλιά διαπίστωσα μια προσέγγιση των ελληνοαλβανικών σχέσεων, που «μύριζε μακεδονοποίηση». Αυτό δεν μπορεί να είναι το μέλλον των σχέσεών μας. Αναμφίβολα υπάρχουν προκλήσεις, οι οποίες ανάγονται τόσο στις παρακαταθήκες, όσο και στις παρεμβατικές ή επεμβατικές συμπεριφορές «τρίτων», αλλά και στο ριζοσπαστικό λόγο διάφορων επιτήδειων, ένθεν κακείθεν, οι οποίοι καραδοκούν να εξαπατήσουν εκ νέου την Ιστορία και να προκαλέσουν εμπλοκή στις αλβανοελληνικές σχέσεις.

Αλβανοί και Έλληνες πρέπει να προετοιμαστούμε για νέες εταιρικές σχέσεις μεταξύ μας. Πρέπει να αρνηθούμε να βλέπουμε τις χώρες μας πολιορκημένες από «αλυσίδες» «αδιαπραγμάτευτων» και περίπλοκων καταστάσεων. Οφείλουμε να υπερβούμε εαυτούς και να υψωθούμε πάνω από τη ματαίωση της εποχής που διανύουμε. Χρειαζόμαστε ένα θετικό ταρακούνημα στο βωμό της κοινής τύχης που οι δυο λαοί μας μοιράστηκαν, χωρίς σύγχυση της πολιτικής και της διπλωματίας. Εκφράζω την προσδοκία ότι η ελληνική πολιτική, με την έντονη διαίσθηση που τη χαρακτηρίζει, θα κινηθεί στη σωστή κατεύθυνση έναντι του αλβανικού παράγοντα, σε μια μεταλλαγμένη «μεταγιουγκοσλαβική» περιοχή. Και εάν αυτό συμβεί, οι εκπλήξεις στις σχέσεις της Ελλάδας με την Αλβανία, θα είναι ευχάριστες. Είτε το επιθυμούμε, είτε όχι, μάλλον χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον.

Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται στο προσκήνιο της διεθνούς κοινής γνώμης με μια καλή και μια κακή είδηση. Η κακή είδηση είναι η οικονομική κρίση και τα τραύματά της. Ωστόσο, η καλή είδηση είναι ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η Ελλάδα έχει ηγέτες που δεν δειλιάζουν να λάβουν αποφάσεις και το πράττουν χωρίς να αναλογίζονται το τρέχον κόστος, διότι σκοπεύουν να προσφέρουν στην πατρίδα τους ένα αξιοπρεπές αύριο.

Σκοπός του δημοσιεύματός μου αυτού δεν είναι να παραστήσω «τον δάσκαλο» ενώπιον του έθνους που γέννησε την πολιτική ως πολιτική και όχι ως δοκησισοφία. Είναι προβληματισμοί ενός Αλβανού, φίλου πολλών Ελλήνων, από τα κοντινά και ταυτόχρονα μακρινά Τίρανα, που δεν επιθυμεί, όπως ο πρέσβης κύριος Μαλλιάς, να κρούει τη θύρα των αλβανοελληνικών σχέσεων με το ρητορικό ερώτημα των Λατίνων "Quo vadis?". Οι χαλεποί καιροί, μας αλλάζουν. Εύχομαι αυτό να συμβεί και μεταξύ των δύο αρχαιότερων λαών της Βαλκανικής.

Ο Pandeli Majko, είναι βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος και πρώην πρωθυπουργός της Αλβανίας


http://www.gazeta-shqip.com/politike/288cb28350389d32bad39d910f9121fd.html

Athinë-Tiranë

“Festimi i 100-vjetorit të themelimit të shtetit të pavarur të Shqipërisë i gjen marrëdhëniet politike të Greqisë me vendin tonë fqinj në gjendje statike dhe guxoj të theksoj në gjendje amullie. Ato karakterizohen nga mungesa e lëvizjes dhe e energjisë pozitive. Kontaktet politike midis dy vendeve janë të kufizuara… Asnjëherë në të kaluarën, me përjashtim njëzetmuajshin e “gurtë” korrik 1993-mars 1995, nuk kishim një mungesë të tillë kontaktesh, vizitash, dialogu konstruktiv dhe konsultimesh dypalëshe në nivel politik…”

Këto janë fjalitë hapëse të një shkrimi të Aleksandros Mallias, ish-ambasadori i Greqisë në Uashington dhe një nga diplomatët profesionistë të marrëdhënieve shqiptaro-greke. Ai botoi një shkrim analitik për perspektivat e kësaj marrëdhënieje, ndër më të vjetrat në rajonin e Ballkanit. Ky shkrim u botua në sajtin grek “Metarrythmisi” (“Reforma”), por unë e lexova në shtypin shqiptar.

Është hera e parë që botoj diçka ekskluzive për shtypin grek. Por mendoj se kam arsye të rëndësishme për ta bërë këtë nisur edhe nga fjalitë e forta të ambasadorit Mallias. Ato duhen vlerësuar si kambana të një arsyetimi që duhet parë me seriozitetin e merituar. Aktualisht, marrëdhëniet shqiptaro-greke janë në një “pikë të vdekur”, ku statuskuoja e distancës nga njëri-tjetri vetëm sa do ta përkeqësonte atë në vazhdim.

Pyetja naive është e shkurtër: “Çfarë po ndodh mes Greqisë dhe Shqipërisë?” Në Greqi mua më njohin si Kryeministër dhe ministër i Mbrojtjes. Por besoj më kujtojnë edhe në një aspekt më njerëzor, kur mjekët grekë shpëtuan jetën e vajzës sime të sapolindur. Ajo tani i ka mbushur 13 vjeç dhe emrin e pagëzimit edhe me insistimin tim ka atë të gjyshes sime dhe të qytetit, spitali të cilit i shpëtoi jetën, Athina. Kjo që sapo thashë bën pjesë tek ato pjesëza historish midis shqiptarësh e grekësh, të cilat padashur të bëj populistin, janë baza e vërtetë e miqësisë midis dy kombeve tona. Politikanët shqiptarë dhe grekë me njëri-tjetrin, përgjithësisht kanë qenë të ndryshëm, me shumë “lëkura”, me deklarime të kalibruara dhe padyshim të superfiltruara nga diplomacitë respektive ose të ngarkuara me superlativa që mund të thuheshin për marrëdhëniet me një shtet të parëndësishëm, ku “inflacioni” i pozitivitetit nuk ka asnjë konsekuencë. Ajo që thotë në artikullin e tij Mallias ka të vërteta të rëndësishme, të cilat edhe kur ngrihen si pyetje janë pjesë e arsyes së nivelit aktual të marrëdhënies shqiptaro-greke. Renditja e problemeve aktuale fillon me marrëveshjen e kufirit detar midis dy vendeve tona, e cila u hodh poshtë nga Gjykata Kushtetuese e Shqipërisë (me unanimitet). Shprehja në kllapa ka nënkuptim të fortë, që për zgjuarsinë greke nuk ka nevojë të shpjegohet gjatë. Nga ana tjetër, mosnjohja e shtetit të Kosovës nga Greqia është aktualisht arsyetimi më i fortë për cilindo që në hapësirën ku jetojnë shqiptarët dëshiron të ngrejë pikëpyetje për mënyrën se si politika greke shikon marrëdhëniet me faktorin shqiptar në rajon. Për të vazhduar pastaj me teori konspirative që datojnë që nga krijimi i Jugosllavisë për të ashtuquajturin “koalicion Beograd-Athinë” dhe që në fakt janë të një niveli hipotetik. Nëse do të donit opinionin tim “pa doreza”, ai është se vonesa e vendimmarrjes greke ndaj njohjes së shtetit të Kosovës ka bërë që edhe vetë politika e Serbisë të jetë më prezente dhe evolutive në marrëdhëniet me shqiptarët. Ndërkaq, nuk duhet të harrojmë faktorë të rinj si Kroacia, e cila po plotëson vakumin e krijuar pas shembjes së Jugosllavisë në rajon. Nuk më duket etike ta them se përkrahja gjermane nuk ka për t’i munguar shtetit kroat në këtë situatë, por e di ndërkaq se analistët grekë gjakftohtë nuk do të ma kursenin fjalinë “Pandeliu ka pak të drejtë” …Ndërkaq, Turqia po “zbarkon” në rajon edhe si një faktor ekonomik. Komentet janë të tepërta dhe për këtë temë të fundit ruaj të drejtën për të folur një herë tjetër. Ambasadori Mallias ngre një tezë shumë interesante për bashkëpunim të ngushtë të politikës greke me faktorin shqiptar në FYR të Maqedonisë. Kam frikë se pikërisht këtu duhet pasur kujdes. Shqiptarët, ashtu si edhe grekët, e përbuzin rolin e “të përdorurit”. Gjatë luftës së ftohtë deri në 1999-n, faktori shqiptar me dhe pa të drejtë mund të shikohej si një faktor anësor në terrenin ballkanik, ndaj të cilit duhej të ushtrohej presion për t’u mbajtur nën kontroll apo duke nxitur karrierat e politikanëve shqiptarë të dyshimtë dhe të paaftë për të qenë lojtarë seriozë. Mendoj se koha ka ndryshuar më shumë se sa vetë politikanët shqiptarë dhe grekë në rajon. Pyetja që shtrohet në këtë kontekst është: A është Shkupi sot dhe për një mijë vjet një “problem serioz” për të ardhmen e Greqisë apo një “aperitiv” të cilin, ne, politikanët e Ballkanit dimë ta shijojmë në heshtje sipas parimit “urrejtja krijon më shumë identitet se sa dashuria”…? Përgjigjja ime është “diplomatike”: NUK E DI!

Ajo që di, me siguri, është se unë, djali im, nipi im, stërnipi im dhe shumë shqiptarë sot e mot nuk mund ta besojmë se një shtet binacional me kryeqytet Shkupin do të përbënte rrezik për sigurinë kombëtare të shtetit mik grek. Fjalën “mik”, tani, nuk po e përdor si term “diplomatik”, por si një qëndrim që populli grek dhe politikanët e tij duhet ta dinë se në çfarë ane do të qëndrojnë shqiptarët në një konflikt të tillë hipotetik të denjë për fantazinë hollivudiane. POR… Jam dakord që ka një të tillë. Një koalicion presioni që mund të krijohet ndaj “çështjes maqedonase” duke e parë FYR të Maqedonisë si viktimë. Ai mund t’i ofrohet Greqisë për të krijuar probleme që do ta shmangnin atë nga pozitat gjeopolitike aktuale, duke e margjinalizuar nga një rol natyral në rajon. Ndërkohë që po shkruaja radhët e këtij shkrimi pata mundësinë të shoh një artikull tjetër të ambasadorit Mallias (fjalë të mbajtur në Vjenë më 15 mars në një takim të organizuar nga ambasada e Britanisë së Madhe dhe Akademia Diplomatike) ku ai shprehte opinionin se “Kosova është fqinji ynë (i Greqisë). Fqinji ynë më i ri….” Çfarë është kjo!? Mbase unë kam një kuptim shumë të paqartë për statusin e “fqinjit”. Në dijeninë time midis Greqisë dhe Kosovës ekziston një shtet me kryeqytet Shkupin, ku ndodhet edhe një ambasadë greke dhe që është anëtar i Kombeve të Bashkuara. Nuk po bëj ironi! Pyetja e brendshme dhe mbase jopublike do të ishte nëse ky është keqkuptim apo “çmim”?! Aludimi duhet parë si një udhëkryq jo vetëm për politikën rajonale të Greqisë. Me shqiptarët nuk duhet folur me gjuhën “e sirenave”. Paqartësitë janë reflektim i dobësisë sonë kolektive në Ballkan. Politika e jashtme greke reflekton një cilësi të rëndësishme të profilit të saj në sjelljen dhe politikën ndaj Shqipërisë dhe faktorit shqiptar në rajon. “Maqedonizimi” i diplomacisë greke, të cilin unë e konsideroj artificial për të qenë cilësi verifikuese e funksionimit të saj, nuk mund të jetë model matës për trajtimin e marrëdhënieve shqiptaro-greke. Në rajonin tonë po krijohen nën nxitjen e “doktrinave diplomatike” modele që nuk po i çojnë asgjëkund shtetet e tij dhe marrëdhëniet e tyre, përveç faktit që palët e treta po plotësojnë vakumet e lëna nga vetë ato. Pamja flet vetë. Serbia bllokon Kosovën, Greqia bllokon FYR e Maqedonisë, Rumania kërkon të “drejtat” për vllehtë në Serbi, Hungaria të vetët në Vojvodinën e Serbisë. Bosnja e ndarë në interesa etnike dhe… Historia duket sikur është kthyer prapa. Diplomatët nuk duhet të gjejnë te historia e së kaluarës “përkthyesen” e problemeve të sotme, por kujdesin për mospërsëritjen e gabimeve të saja. Me keqardhje dëshiroj të them se tek opinionet e zotit Mallias vura re se marrëdhënies së Greqisë me Shqipërinë po i mbante “erë maqedonizimi”. Kjo nuk mund të jetë zgjidhja e së ardhmes së marrëdhënieve shqiptaro-greke. Padyshim që ka sfida të cilat vijnë sa nga trashëgimia, sa nga ndërhyrja e të “tretëve” dhe sa nga gjuha e radikalëve, nga të dyja krahët që mezi presin të mashtrojnë sërish historinë me mosfunksionimin e marrëdhënies shqiptaro-greke. Shqiptarët dhe grekët duhet të përgatisin njëri-tjetrin për rrugë të reja partneriteti shqiptaro-grek. Ne duhet ta refuzojmë t’i shohim dy vendet tona të rrethuar nga një “kordon” problemesh “të panegociueshme”. Na duhet një tronditje pozitive për fatin e përbashkët që popujt tanë kanë ndarë, pa konfuzionin e politikës apo diplomacisë. Shpresa ime mbetet se politika greke me nuhatjen e saj karakteristike do të dijë të lëvizë karshi faktorit shqiptar, në një rajon të ndryshuar “post-Jugosllavi”. Nëse kjo ndodh në drejtimin e duhur surprizat në marrëdhëniet e Greqisë me shqiptarët do të jenë vetëm pozitive. Duam apo nuk duam ne i duhemi njëri-tjetrit më shumë se sa e kundërta. Greqia sot vjen përballë rajonit dhe botës me një lajm të keq, por dhe me një të mirë. Lajmi i keq është kriza ekonomike dhe plagët e saj. Por, lajmi i mirë është se sot, si rrallëherë më parë, Greqia ka liderë që dinë të marrin vendime pa pyetur për koston e të sotmes, pasi duan t’i ofrojnë vendit një takim dinjitoz me të nesërmen e tij. Qëllimi i këtij shkrimi nuk është të bëjë “mësuesin” karshi kombit që lindi “politikën” jo vetëm si fjalë. Ai vjen nga një shqiptar, mik i shumë grekëve, nga Tirana e afërt dhe e largët që nuk do ashtu si ambasadori Mallias të trokasë në marrëdhëniet shqiptaro-greke me pyetjen latine “Quo vadis?” Kohët e vështira na ndryshojnë. Unë dua që kjo të ndodhë midis fqinjëve më të vjetër në Ballkan.

No comments: